Η λίστα ιστολογίων μου

Σάββατο 22 Ιουλίου 2023

Κυριακάτικο αναγνωσματάκι #2




Στον μεγάλο δάσκαλο, συγγραφέα, ερευνητή του λαϊκού πολιτισμού της Ελλάδας και της Τουρκίας, τον τραγουδιστή, στιχουργό, λάτρη της μουσικής, πολυπράγμωνα, Θωμά Κοροβίνη, χρωστάω τη γνωριμία μου με τον Κωστή Παλαμά. Ήταν καλοκαίρι, Ιούλιος του 2018, όταν έπεσε στα χέρια μου ένα από τα βιβλία του με τίτλο "Τα αγαπημένα του Θωμά Κοροβίνη". Τον ήξερα, τον διάβαζα, τον αγαπούσα. Μα με αυτό το βιβλίο τον αγάπησα ακόμα πιο πολύ. Με έφερε σε επαφή με πολλούς ανθρώπους των Γραμμάτων μας, της μουσικής και των Ιδεών. Έγραφε λίγα λόγια για όλους αυτούς και αυτές και στη συνέχεια παρέθετε και κάτι δικό τους. Γνώριζα σαν ποιητή τον Κωστή Παλαμά. Δεν τον είχα μελετήσει. Κακώς. Αλλά να, που υπάρχει η στιγμή που συναντιέσαι όταν ψάχνεις και ψάχνεις και ψάχνεις... Σαν διηγηματογράφο δεν τον ήξερα. Και να που από τις πρώτες γραμμές του διηγήματος "Θάνατος παλληκαριού" μαγεύτηκα από τη γλώσσα του. Ένα κύμα ενθουσιασμού, γαλήνης κι απληστίας να τον γνωρίσω με κατέκλυσε. Κι έτσι ήρθε η ώρα του! Που άργησε. Αλλά καλύτερα! Ένιωσα τόσο τυχερός, όπως κι εσύ φίλη αναγνώστρια και φίλε αναγνώστη θα νιώσεις αν αποφασίσεις να τον πιάσεις στα χέρια σου! Είναι ενας Γίγαντας των Νέων Ελληνικών Γραμμάτων μας! Διάβασε το έργο του! Μελέτησε το! Διάβασε τι έγραψε ο Κώστας Βάρναλης, ο Νίκος Ζαχαριάδης (στον αληθινό Παλαμά) κι άλλοι για το έργο του κι γι' αυτόν. Για τους αγώνες τους για τη δημοτική γλώσσα! Για την ασάλευτη ζωή του, στην οδό Ασκληπιού 3 κι αργότερα στην οδό Περιάνδρου 5 στην Πλάκα, στο σπίτι που έζησε τα τελευταία του χρόνια, που από εκεί τον συνόδευσε στο Πρώτο Νεκροταφείο πάνδημος ο λαός στις 28 Φεβρουαρίου του 1943. Κηδεία που μετατράπηκε σε αντικατοχική διαδήλωση. 


ΕΝΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ Σ' ΕΝΑ ΧΩΡΙΟ

Από τόπον άλλον ένας άνθρωπος ήρθε σ' ένα χωριό. 

Το χωριό βυθισμένο σε λαγκάδι. Γύρω, του χωριού οι πλαγιές, τοίχοι φυλακής χλωροπράσινης.

Και είπεν ο άνθρωπος προς τους χωριάτες:

- Τι ωραίος και τι μεγάλος που δείχνετε οικισμός γύρω σας!

Και του αποκρίθηκαν οι χωριάτες:

- Αλήθεια! Όλο πρασινάδες μας περιζώνουν. Τα βουνά μας έχουμε, τα βουνά μας. Έχουμε και τα λιοστάσια μας. Ζούμε απ' αυτά. Πέρα εκεί στο ριζοβούνι δύο τρεις φορές το χρόνο σταίνουμε ζωηρότατα πανηγύρια και γλεντοκοπούμε.  Το στρώνουμε στον ίσκιο της κουκουναριάς. Πλέκουμε στεφάνια από μυρτιές και τα φορούμε. Το μεγάλο πράσινο ζουνάρι του λαγκαδιού μας σφιχτοδένει χειμώνα καλοκαίρι. Σα δε σκάφτουμε και σαν δεν οργώνουμε, το χαιρόμαστε από τα παράθυρά μας. 

Και τους είπε τότε ο άνθρωπος:

Κάτι άλλο ήθελα να σας πω. Τον κόσμο γύρω σας, τον ωραίο και το μεγάλο, δεν είναι μπορετό, άνθρωποι μου, να τόνε χαρήτε από τα παραθύρια σας. Τραβάτε, σκαρφαλώστε στο βουνό, τραβάτε παραπέρα από τα πανηγύρι σας, κάτου στη ριζοβουνιά, ψηλότερα ψηλότερα, κι ως την κορφή του φτάστε. Κι αφού φτάστ' εκεί, τους ρίχτε μια ματιά πλατιά, προς τους ορίζοντες, που δεν τους βλέπετε και δεν τους έχετε από τα παραθύρια σας. Ουρανούς, ωκεανούς, όλα τα χρώματα κι όλο το φως, την πλάση ακέραιαν, ακομμάτιαστη ολόγυρά σας. Θα ιδήτε τότε κάτου κάτου κάτου, παράμερα, βαθιά ένα μικρό σημάδι ασπρουδερό που λιγνή λουρίδα θα το φασκιώνη βαθυπράσινη. Και θα είναι το χωριό σας με τη λαγκαδιά του. Όμως τότε όταν θα το ματιάσετε από μακριά μακριά, σαν κάτι λιγοστό και σαν κάτι ξένο, και σαν κάτι μακρυσμένο, τότε θα το διήτε ολάκερο, συμμαζεμένο, σαν κάτι ζωντανό, οργανικό ή σα μια καλοδουλεμένη ζωγραφιά με την κορνίζα της•  εικόνα που μικρούλα κι αν είναι, δεν χάνει τίποτα από τη χάρη της• τότε, άνθρωποι μου, τότε που θα ξανοίξερε τη μικράδα του και την ταπεινωσύνη του χωριού σας μπρος στον ολόκοσμο, τότε μαζί θα νιώσετε μέσα σας πιο βαθιά την αγάπη του χωριού σας. Γιατί θα διήτε πως δε μπορεί να υπάρξη χωρισμεν' η πατρίδα σας, πως είναι κι αυτή σφιχτοδεμένη με τ' άλλα πετράδια γύρω στο δαχτυλίδι του κόσμου•  πως είναι κάτι δυσκολοξεχώριστο από τα όλα. Από την αγάπη του χωριού που δεν ξέρει και δεν βλέπει ορίζοντες, που δεν ξεχωρίζει τίποτε μακριά, είναι ασύγκριτα σπουδαιότερη και καρπερώτερη η αγάπη από την πατρίδα που δεν την αποχωρίζει από το παν. Είναι η αγάπη που αγαπά όχι από τα χαμηλά παραθύρια, είναι η αγάπη από τα κορφοβούνια. 

Τα λόγια του ανθρώπου πήρανε δρόμο στο χωριό. Κι από στόμα σε στόμα, καθώς ήτανε και δυσκολονόητα κάπως για τους καημένους χωριάτες, παράλλαξαν, πήρανε κι άλλα νοήματα. Κι από στόμα σε στόμα φτάσαμε Στ' αυτιά του αφέντη που είχε το χωριό τσιφλίκι του και τους χωριάτες υποταχτικούς του. 

Και είπε με το νου του ο αφέντης:

- Τώρα θα τους φυτέψει αυτός ο πλάνος τους ανθρώπους μου. Θα τους ανάψη τον καημό για τους μακρινούς τους δρόμους και τον πόθο για τα ψηλά ανεβάσματα. Θα τους πάρη από τη δουλειά τους, θα τους βγάλη από τα μεροκάματα, θα τους κάμη ακαμάτηδες και ψωροπερήφανους. Θα μου σηκώσουνε κεφάλι. Θα μου λιγοστέψουν τα χέρια και θα μου κιντυνέψουν τ' αγαθά μου.

Και βροντοφώνησε προς τους υποταχτικούς του:

- Διώχτε και γκρεμίστε τον από δω πέρα τον κακόν αυτόν άνθρωπο, τον πλάνο, τον αερολόγο, τον ατσίγγανο και τον ακάθαρτο. Θα μολέψη το χωριό μας. Δεν έχει αυτός πατρίδα, και ήρθε να μας δασκαλέψη την καταφρόνηση προς ότι ο Θεός μας έδωσε αγιώτερο και τιμοώτερο: Προς την Πατρίδα!

Κι έβαλε τους δούλους και τον πετροβολήσανε τον άνθρωπο.


Το διήγημα "ΕΝΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ Σ' ΕΝΑ ΧΩΡΙΟ" βρίσκεται στην εξαιρετική συλλογή διηγημάτων του Κωστή Παλαμά με τίτλο "Θάνατος παλληκαριού και άλλα διηγήματα" των εκδόσεων "ΜΑΛΛΙΑΡΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑ". Κρατήθηκε η ορθογραφία του πρωτότυπου.



Διαβάστε ακόμα:



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου