Όλα είναι θέμα σκαψίματος! Ειδικά με ότι έχει να κάνει με την αλλαγή αυτού του κόσμου προς το καλύτερο. Άλλοι έσκαψαν βαθιά μέσα στα βιβλία και μετά βαθιά μέσα τους για να εξηγήσουν τον κόσμο και να τον αλλάξουν. Άλλοι έσκαψαν βαθιά μέσα στη γη για να βρουν τον αρχαίο κόσμο και να μας τον προσφέρουν. Είτε μπροστά στα μάτια μας είτε μέσα από τις σελίδες των βιβλίων. Άλλοι "έσκαψαν" οι ίδιοι τους τάφους τους γιατί οι ιδέες τους έρχονταν σε αντίθεση με τις ιδέες των ισχυρών. Κάπου όλες και όλοι σκάβουμε όταν δεν θέλουμε να κάνουμε ένα απλό πέρασμα από τη γη...
Ο αρχιτέκτονας Πολύκλειτος έσκαψε τα θεμέλια και στέριωσε το θέατρο της Επιδαύρου. Ο αρχαίος περιηγητής Παυσανίας μας αφήνει κληρονομιά την περιγραφή του θεάτρου και την ιστορία του, ο αρχαιολόγος Π. Καββαδίας έσκαψε βαθιά μέσα στην έρευνα και οι σκαπάνες του συνεργείου του ανακάλυψαν το θέατρο, ο Στάθης Σπηλιωτόπουλος, θεατράνθρωπος, (1903-1994) έσκυψε πάνω στα βιβλία έγραψε και μας πρόσφερε το κείμενο που ακολουθεί και τα "φύλλα" που σκύβουν και σκάβουν μέσα στις σελίδες της κριτικής, της Ιστορίας, των αγώνων του ανθρώπου με χαρά και περηφάνια παρουσιάζουν έστω κι ένα μέρος (λόγου χώρου) αυτού του σπουδαίου κειμένου!
ΕΠΙΔΑΥΡΟΣ: Πελοποννησιακό ιερό του Ασκληπιού και του Διονύσου
Παραπάνω από τρία τέταρτα του αιώνα έχουν περάσει από τον καιρό (1881) που οι σκαπάνες των συνεργείων του αείμνηστου αρχαιολόγου Π. Καββαδία χτύπησαν για πρώτη φορά τη γη της Επιδαύρου. Το χώμα που σιγά-σιγά είχαν σωριάσει οι αιώνες στον ιερό χώρο του Ασκληπιείου και ολόγυρά του, δεν το είχε έως τότε ανασκαλέψει παρά του αμπελουργού το τσαπί και του ζευγολάτη το υνί. Και μόνον των ξώμαχων ων οι φωνές και των ζωντανών τα σκουξίματα έκοβαν πότε-πότε τη σιωπή που απλωνόταν στην κοιλάδα και στα γύρω βουνά, το Κυνόρτιο και το Αραχναίο.
Άλλοτε, στα πολύ παλιά χρόνια, άλλοι ήχοι ήσαν γνώριμοι στο τοπίο: Η οχλοβοή των αρρώστων που, από κάθε ελληνική γωνιά, γύρευαν γιατρειά από το θείο θεραπευτή, τον Ασκληπιό. Οι ύμνοι των ιερέων και οι παιάνες εκείνων που βρήκαν την υγειά τους και κάποιοι άλλοι υμνοι-διθύραμβοι τούτοι- που έναν άλλο θεό είχαν υπερκόσμιο αποδέκτη- τον Διόνυσο. Γιατί, λίγο ψηλότερα από το Ασκληπιείο, στην πλαγιά του Κυνορτίου, υψωνόταν το αριστοτεχνικότερο θέατρο της Ελλάδας, χτισμένο από τον αρχιτέκτονα Πολύκλειτο τον νεώτερο, τα τελευταία χρονιά του 5ου π.Χ. αιώνα, του μεγάλου ελληνικού αιώνα. Οι σκαπάνες των αρχαιολογικών συνεργείων το ξεσκέπασαν κι αυτό, σχεδόν απείραχτο, κοντά στα ερειπωμένα ιερά. Πέρασαν όμως αλλά εβδομήντα χρόνια, χωρίς ν' αντηχήσουν στο κοίλο του με τη θαυμαστή ακουστική οι γνώριμες αρχαίες φωνές.
Ώσπου στα 1954 το θαύμα έγινε. Στην κυκλική ορχήστρα του θεάτρου ακούστηκαν λόγια που είχαν είκοσι αιώνες να ακουστούν. Οι αντίπαλοι των βουνών εξύπνησαν στους γνώριμους πανάρχαιους ήχους. Δεκάδες χιλιάδες πόδια ξαναπάτησαν τα αρχαία μονοπάτια. Και τα κρύα μάρμαρα του αμφιθεάτρου ένιωσαν πάλι τη φρικίαση της ανθρώπινης σάρκας που την κέντριζε το πάθος των τραγικών ηρώων.
Δεκατέσσερις χιλιάδες θέσεις στους τριάντα δύο αναβαθμούς του θεάτρου γέμισαν και ξαναγεμίσαν από θεατές που τούτη τη φορά δεν ήρθαν μόνο "από πάσης Ελλάδος" [...]. Από θεατές που δεν ήταν μόνο Αχαιοί και Ίωνες και Δωριείς και Αιολείς, αλλά και Μαύροι και Κίτρινοι και Μογγόλοι κι απ' όσες φυλές οικούν την υδρόγειο.
Θεραπευτήριο σωμάτων ήταν στην αρχή η Επίδαυρος. Στις στοές και στους περιβόλους του Ασκληπιείου, στους βωμούς και στους ναούς, στις κρήνες και στα λουτρά του και, πάνω απ' όλα, στον ιερό θάλαμο -το Άβατον- αποζητούσαν οι άρρωστοι τη γιατρειά τους. Και πολλοί τη βρίσκανε[...].
Οι επιγραφές που βρέθηκαν στην Επίδαυρο μαρτυρούν τέτοιες θαυμαστές θεραπείες. [...]
Όμως για να γιατρευτούν τα άρρωστα σώματα, χρειαζόταν και της ψυχής η θεραπεία. Ο Ασκληπιός εφρόντιζε για εκείνα. Αυτή (την ψυχική) την φύτεψαν οι πιστοί από το Διόνυσο. Κι έχτισαν το θέατρο, που ο Παυσανίας το χαρακτηρίζει "μάλιστα θέας άξιον", αφού οικοδομήθηκε από τον Πολύκλειτο. [...]
Από το Ασκληπιείο δεν απομένει σήμερα τίποτ' άλλο, παρά ερείπια, σπασμένα κομμάτια μαρμάρου κάλλους, ιστορικά θεραπείας [...].
Το θέατρο όμως βρίσκεται, ακέριο σχεδόν απείραχτο, όπως το στέριωσε εδώ και είκοσι πέντε αιώνες ο Πολύκλειτος. Και ο αθάνατος τραγικός λόγος, προαιώνιος στην καταγωγή του, αιώνιος στην ουσία του, ξανακούγεται τώρα κάθε καλοκαίρι στην Πελοποννησιακή κοιλάδα. Από τον "Ιππόλυτο" του Ευρυπίδη, που τον πρωτόπαιξε το Εθνικό μας Θέατρο στην Επίδαυρο στα 1954 είναι οι στίχοι που ακολουθούν:
"Ετούτο το πλεχτό στεφάνι, στολισμένο
από λιβάδι απείραχτο, σε σένα φέρνω,
ω δέσποινα, που εκεί μήτε τσοπάνης
αποκοιτάει τα πράματά του να βοσκήσει
μήτε δρεπάνι σιδερένιο έχει περάσει,
παρά μονάχα μέλισσα διαβαίνει
της άνοιξης, από τ' απείραχτο λιβάδι.
Και με νερά δροσερά ποταμίσια,
ευλαβικά το ποτίζουνε χέρια,
για να κορφολογάνε τους ανθούς του εκείνοι
πουν' από φυσικού τους μυαλωμένοι,
δίχως μαθήματα νάχουνε πάρει.
Όμως κακοί δεν είναι θεμιτό να μπαίνουν.
Αλλά δέξου, από θεοσεβούμενο χέρι,
αγαπημένη μου δέσποινα, τούτο
τ' ανάδεμα για τη Χρυσή σου κόμη.
Γιατί απ' όλους τους θνητούς εγώ μόνος
ετούτην έχω τη χάρη: νάμαι μαζί σου
και να μπορώ να μιλάω με σένα,
γροικώντας τη φωνή σου, χωρίς να σε βλέπω
Και προσεύχομαι το τέλος μου νάναι
παρόμοιο με την αρχή της ζωής μου"
Το απόσπασμα είναι από το κείμενο του Στάθη Σπηλιωτόπουλου με τίτλο: Επίδαυρος (Πελοποννησιακό ιερό του Ασκληπιού και του Διονύσου), περιοδικό Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά 1960.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου