Τρίτη 17 Ιανουαρίου 2023

ΜΥΤΙΛΗΝΗ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ 1944 ή πως εμποδίστηκε η απόβαση των Εγγλέζων.




Ήρταν γιοι δούλι να σκλαβώσιν τα λέφτιρ. (Αγιασώτικο)

Δύο δυνάμεις παλεύουν μέσα στην κοινωνία. Δεν είχαν πάντα την ίδια ισχύ. Όσο η μία ήταν μεγαλύτερη βαστούσε την υπεροχή πάνω στην άλλη. Πήρε στο χέρι τη βία• την οργάνωσε για λογαριασμό της και τη μεταχειρίστηκε για να δαμάσει την άλλη• το λαό. Ήταν το "Κράτος του Νόμου" που έκανε μ' αυτό τον τρόπο τον εαφτό του σεβαστό. Ο λαός έσκυβε τότε το κεφάλι στο θέλημά του υποτακτικά. Ενόμιζε πως έτσι έπρεπε νάναι. Τούπανε πως έγινε νόμος φυσικός. Το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό. 

Μα η πείρα της ζωής έμαθε το λαό πως είνε αλλιώς. Κατάλαβε πως η δύναμη του άλλου ερχόταν από τη δική του αδυναμία. Είδε πως η καινούργια οργάνωση της κοινωνίας τον έκανε αφτόν βασική δύναμη. Αφτόν τον άνθρωπο της δουλιάς μέσα στην παραγωγή και τότε σηκώθηκε και ζήτησε τα δικαιώματά του.

Στάθηκε μπροστά στη για με θάρρος και αποφασιστικότητα και γεμάτος αυτοπεποίθηση. Η βία άλλαξε ταχτική. Κατέβασε τ' όπλο κάτω και τραβήχτηκε.


Έτσι ξημέρωσε η Κυριακή 24 Δεκεμβρίου του 1944. Με ριζωμένη αυτή την πεποίθηση σε πολλά μυαλά πολλών ανθρώπων. Ότι ο νόμος του ισχυρού είναι ανίκητος. Αυτό λέει ο νόμος. Μα ο σπόρος της πείρας που κουβαλούσε από το αμέσως προηγούμενο διάστημα των αγώνων της Εθνικής Αντίστασης  είχε αρχίσει να φυτρώνει στα μυαλά εξίσου πολλών. Έτσι, που όταν τα χωνιά ανακοίνωναν στην πόλη της Μυτιλήνης και στα απομακρυσμένα χωριά ότι, αυτοί που χτυπούσαν το λαό της Αθήνας αγκυροβόλησαν έξω από το λιμάνι με πρόθεση να κάνουν τα ίδια, ξεσηκώθηκαν! Και δεν τους άφησαν να πατήσουν το πόδι τους στο νησί. Πίσω, δε σας θέλουμε. Go back. Κι αυτό το Go back το εννοούσε η φτωχολογιά του νησιού...

Ημέρα ήταν βαριά και κρύα. Φυσούσε δυνατός αγέρας κι ώρες-ώρες έριχνε χιονόνερο. Τα χωνιά γυρίζουν στις γειτονιές κα ειδοποιούν κόσμο. Οι δολοφόνοι του γενναίου λαού της Αθήνας και του Πειραιά, ο Παπανδρέου κι ο Σκόμπι, θέλουν να ματοκυλήσουν και το ηρωικό νησί μας, θέλουν να φέρουν μια μαύρη τρομοκρατία για να μας υποδουλώσουν. [...]

Η απεργιακή επιτροπή που από καιρό βρισκόταν σ' επιφυλακή κήρυξε γενική απεργία. Σ' όλο το νησί. Οι Ελασίτες και η Πολιτοφυλακή βρισκόταν στις θέσεις τους. Κι ο κόσμος όλο και κατέβαινε. [...]

Εξακολουθεί να βρέχει• η προκυμαία γεμίζει κόσμο. Κατεβαίνουν από παντού. Τραγουδούν τον αντάρτικο. Στα μπλόκια οι γυναίκες κάθουνται και περιμένουν. Τις δέρνει το χιονόνερο κι η αλισάχνη. Ο αγέρας δυναμώνει. Ο κόσμος μαζεύει ξύλα κι ανάβει φωτιες• στήνουνται πρόχειρες σκηνές με τέντες από αυτοκίνητα. [...]. Βρέχει. Κρυώνει. Μα δεν έφυγε κανένας. [...]

Τ' απόγευμα καταφτάνουν συνταγμένοι, οπλοσμένοι οι Μοριανοί. Ένα σωρό άνθρωποι με σκουριασμένες χατζάρες, κασμάδες, τσεκούρια και ξύλα και με ψυχή. Έρχουνται οι Αγιασώτες, η αγροτιά της Γέρας, οι βασανισμένοι του λεσβιακού κάμπου. Μέσα στη νύχτα που άρχισε να πυκνώνει γυαλίζουν οι σπάθες, οι μαχαίρες, τα ντουφέκια. Όλη αυτή τη νύχτα την πέρασε τόσος κόσμος που έκανε ώρες ποδαρόδρομο πάνω στην προκυμαία. Μέσα στη λάσπη και στο κρύο. Δε νοιάστηκε κανένας ούτε για φαί, ούτε για κρεβάτι. Άναβαν φωτιές και τραγουδούσαν. Η προκυμαία γέμισε φλόγες και τραγούδι.

Αυτή τη νύχτα σηκώθηκαν οδοφράγματα με πέτρες, βαρέλια, αραμπάδες, κάσες και άλλα. Κάθε δρόμος και οδόφραγμα. Ο λαός αγρυπνούσε. Παντού.

Ξημέρωσαν τα Χριστούγεννα κι από παντουκαταφθάνουν οι αγρότες του νησιού με κασμάδες, τσεκούρια και ντουφέκια. Όλοι μαζώνονται στην προκυμαία και στα μπλόκια. Ο κόσμος δείχνει μεγάλη αποφασιστικότητα.

Αργά το βράδυ, θάταν εφτά η ώρα, το μεγάλο πολεμικό ανέβασε σήμα μάχης. Τα μεταγωγικά ανάβουν τα φώτα τους, οι μαύροι ετοιμάζουνται πάλι να μπαρκάρουν• χτυπούν καμπάνες, παίζουνε σάλπιγγες, αντηχούν τα χωνιά. Χαλά ο κόσμος. Το πλήθος τρέχει στα μπλόκια με αλαλαγμούς. Με γυμνομένα σπαθιά καινούρια πελέκια. Μπροστά στην αποφασιστική στάση που κρατά ομλαος οι μαύροι κάνουν πίσω. Τα φώτα έσβησαν και το πλήθος καταλάγιασε. [...]

Κοντεύουν μεσάνυχτα. Χωνιά, σάλπιγγες και καμπάνες. Οι μαύροι αρχίζουν στα πλοία τις μανούβρες. Μα δεν είναι τίποτα. Ο λαός άγρυπνα παντού. Την αυγή στις πέντε πάλι τα ίδια.

Την άλλη μέρα στις 27 οι μαύροι δεν έδειξαν καμία διάθεση για απόβαση. [...] Οι μέρες μόνοι νύχτες πέρασαν ήσυχες. Όλοι εμένα στις θέσεις τους. Μέρα και νύχτα.

Στις τέσσερις αυτές μέρες έγιναν πολλές διαδηλώσεις κι ο λαός ενέκρινε διάφορα ψηφίσματα. Στις 27 ο λαός απαίτησε να φύγει ο Νομάρχης. [...]

Στις 28 ανακοινώθηκε επίσημα πως οι μαύροι δε θα πατούσαν το πόδι τους στο νησί.

Την ίδια μέρα το μεσημέρι έγινε παρέλαση. Μπροστά η Ε.Α. (Εθνική Αλληλεγγύη), ύστερα ο ΕΛΑΣ, η Πολιτοφυλακή, ο Εφεδρικός ΕΛΑΣ. Απο τα ζητώ χαλά οικισμός! Ραίνουν τους αντάρτες με λουλούδια. Πετούν καπέλα στον αέρα, φωνάζει ο κόσμος ζητώ και πάλι εξαρχής. Όλη η μέρα πέρασε με χαρά και τραγούδια. Ο λαός γιόρταζε τη νίκη του.

Η έκδοση αυτή, εκτός της παράθεσης των ιστορικών γεγονότων, περιλαμβάνει μαρτυρίες, ποιήματα, στίχους στη ντόπια διάλεκτο και φωτίζει αυτή την όχι και τόσο γνωστή ιστορία του τόπου μας. Και κυρίως φωτίζει τους τρόπους, που όταν οι λαοί έχουν τη θέληση, ακόμα και χωρίς υπεροπλία νικούν! Όταν δε γυρίζουν το άλλο μάγουλο όπως οι θεοί, οι αρχόντοι κι οι βασιλιάδες απαιτούν...

ΜΥΤΙΛΗΝΗ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ 1944 ή πως εμποδίστηκε η απόβαση των Εγγλέζων
ΕΚΔΟΣΗ: ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΛΕΣΒΟΣ ΜΑΡΤΗΣ 1945
ΣΕΙΡΑ: ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου