Άνοιξε την πόρτα του διαμερίσματος σε μια γειτονιά του κέντρου της Αθήνας. Είχε οδηγίες να κληρονομήσει τα βιβλία... Το σπίτι το ήξερε. Τη μεγάλη βιβλιοθήκη που άπλωνε από τοίχο σε τοίχο την είχε εξερευνήσει αρκετές φορές. Τώρα όμως θα έμπαινε σε λεπτομέρειες. Κοιτούσε, άγγιζε, τραβούσε τα βιβλία και χάζευε τα οπισθόφυλλα, ξεφύλλιζε ό,τι του φαινόταν ενδιαφέρον. Πέρασε ώρες μπροστά της μέχρι που η ματιά του έπεσε σε μια ταπεινή γωνιά. Κάτι περίεργο συνέβαινε εκεί. Ενώ όλα τα βιβλία της λογοτεχνίας ήταν τοποθετημένα στα ράφια με χρονολογική σειρά, διαμορφώνοντας έτσι ένα ιδιότυπο ημερολόγιο δεκαετιών, θυμίζοντας στον ιδιοκτήτη της πρόσωπα, γεγονότα, καταστάσεις, τόπους, καφενεία, μέσα μαζικής μεταφοράς όπου τα διάβασε, αυτά ήταν όλα μαζί αν και διαβάστηκαν σε ανάκατες ημερομηνίες. Και κάτι ακόμα. Ο συγγραφέας πρέπει να ήταν μάλλον το ίδιο πρόσωπο. Georgy F. Calogerovsky, ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΥΡΟΣ-ΚΑΛΟΓΕΡΟΥ, Γ.Φ. ΚΑΛΟΓΕΡΟΓΛΟΥ, Γ.Φ. ΚΑΛΟΓΕΡΟΣ, έγραφαν οι ράχες και τα εξώφυλλα. Και ξάφνου, εκεί που πήγε ν' ανοίξει το πρώτο στη σειρά αυτής της περίεργης συστοιχίας μικρών βιβλίων, ένας φάκελος έπεσε στο πάτωμα. Έσκυψε και τον μάζεψε. Τον άνοιξε, κάθισε στην πολυθρόνα, άναψε το φωτιστικό δίπλα του και άρχισε να διαβάζει. Ξεκινούσε με μια μακρινή ημερομηνία.
Τετάρτη 15 Σεπτεμβρίου 2021
Αγαπημένε κληρονόμε της βιβλιοθήκης μου,
Κάνοντας τόσες συζητήσεις όλα αυτά τα χρόνια, επίτηδες, ποτέ δεν σου είπα γι' αυτή τη γωνιά της βιβλιοθήκης. Μπορεί από πολλές μεριές των ραφιών όταν νύχτωνε να έβγαινε ένα γλυκό φως, ανάλογο του περιεχομένου των βιβλίων που «φώτιζαν» μέσα στη νύχτα, αλλά από αυτή την ταπεινή γωνιά έβγαινε ένα διαφορετικό φως. Ένα φως ενός δικού μου ανθρώπου. Αυτού και της αλήθειας του. Μπερδεύεσαι σίγουρα τώρα! Βλέπεις διαφορετικά ονόματα σε μικρές αυτοεκδόσεις, πλην μίας, κάποιων πιο «επίσημων» εκδόσεων. Μα καλά, μπορεί να αναφωνήσεις, καμιά ματαιοδοξία; Δεν προσπάθησε το όνομά του να φιγουράρει σε κάποιο έντυπο του βιβλιοχώρου, να μην έχει πέντε χιλιάδες φίλους στο facebook, να μη σκάσει λίγα φράγκα να του εκδώσουν αναγνωρισμένοι εκδοτικοί οίκοι τα διηγηματάκια του και διάσημες νεοφιλελεύθερες βιβλιοφιλικές φυλλάδες του χώρου, που συνήθως οι συντάκτες τους λιβανίζουν τις εξουσίες, να τον φιλοξενούν; Όχι! Και σίγουρα δεν είναι ο μόνος! Ψάξε λίγο καλύτερα στα ράφια και θα το διαπιστώσεις. Είχε κατακλυστεί κι αυτός απ' αυτόν το «δαίμονα» που σου είχα πει κάποτε... Όπως είχε κατακλυστεί κι απ' το δαίμονα του αγώνα. Έγραφε κι αλλού ανυπόγραφα, αλλά και με άλλο ψευδώνυμο. Ένα μάλιστα του το είχα κολλήσει και διαδώσει εγώ!
Οι λέξεις που έβγαιναν από μέσα του ήταν η αλήθεια της ζωής του, της βιοπάλης του, των παππούδων και των γιαγιάδων του αγωνιστών του ΔΣΕ, των συγγενών του της πολιτικής προσφυγιάς, των ωραίων γονιών του που μεγάλωσαν δύο εξαιρετικά παιδιά. Φτάνει όμως με τα καλά λόγια που θα τον έκαναν ντραπεί. Έτσι όπως αρμόζει σε ταπεινούς ανθρώπους. Σύντομα θα καταλάβεις όταν τα διαβάσεις γιατί τόσο ταπεινή είναι η γωνιά που φιλοξενεί τη ζωή και τις ιστορίες του. Ταπεινή, αλλά τόσο φωτεινή...
Το βιβλίο που κρατάς στα χέρια σου και τα άλλα που αναπαύονται δίπλα τους είναι ειλικρινή. Ειλικρινή γιατί γράφτηκαν με την καρδιά του. Γιατί δεν χρειάστηκαν σεμινάρια δημιουργικής γραφής κι άλλους τέτοιους νεωτερισμούς. Δεν τα χρειάζεσαι όταν γράφεις από την καρδιά σου. Βιβλία και συγγραφείς περνούν από τις σελίδες του. Δρόμοι της μητρόπολης, αγώνες, διαδηλώσεις, ταξική συνείδηση, γνώση, μόρφωση, παιδικά χρόνια, ζωάκια, πρόσφυγες, φιγούρες της πόλης, εργάτες, θαμώνες λαϊκών καφενείων, «τρελοί», ξώμαχοι της ζωής, μικρά παιδιά και τα παιχνίδια τους, αναμνήσεις και ελπίδα για έναν καλύτερο κόσμο. Θα μπορούσα να σου γράψω πολλά πολλά ακόμα αλλά σε αφήνω για να μην σε κουράσω. Πιάσε τα στα χέρια σου ένα ένα, καταβρόχθισέ τα και νιώσε όσο τυχερός ένιωθα κι εγώ γι' αυτή τη γνωριμία μαζί του...
Ξημέρωνε σιγά σιγά. Οι νυχτερινές σειρήνες της διασκέδασης δεν τον έπεισαν ν' αφήσει από τα χέρια του τους μικρούς αυτούς τόμους. Τελειώνοντάς τους γύρισε πίσω σε μια ξεθωριασμένη πια υπογράμμιση με μολύβι...
Πήγαινα για τις καλοκαιρινές διακοπές κάθε χρόνο εκεί γι' αυτό έχω εμπειρίες και μνήμες απ' το χωριό. Ήμουν μπροστά σε πολλά περιστατικά με τον Τρελομήτρο, και πάντα σιωπούσα χωμένος μέσα στην ομήγυρη. Έτρεχα όταν έτρεχαν όλοι και έβριζα από μακριά. Να πω την αλήθεια δεν μ' άρεσαν ποτέ οι συναντήσεις με αυτόν τον γέροντα. Δεν μ' άρεσε η βία. Προτιμούσα να μη διασταυρωνόμαστε μαζί του. Νευρίαζα όταν αφήναμε το παιχνίδι για να ασχοληθούμε μαζί του. Θα πω σε αυτό το σημείο ότι η οικογένειά μου με είχε αναθρέψει με φιλειρηνικές και δημοκρατικές αξίες. Από τα πρώτα που θυμάμαι από την οικογενειακή «κατήχηση» ήταν να μην κοροϊδεύω ποτέ και να μην πειράζω τους αδύναμους. Αυτό το τελευταίο, νομίζω, με οδήγησε πολλές φορές σε μια εσωτερική εξορία. όταν αρνιόμουν να γίνω όχλος εις βάρος αδύναμων ανθρώπων. Σκίζεται η καρδιά μου όταν σκέφτομαι τι πέρασαν μικροί και μεγάλοι άνθρωποι ανάμεσα σε κύκλους κανίβαλων και βάρβαρων. Πόσες ψυχές πληγώθηκαν από τον εκφοβισμό της πλειοψηφίας, της μάζας, του όχλου. Οι πρώτοι που μου έρχονται στο μυαλό είναι τα αλβανάκια στα σχολεία μας, την ίδια περίπου εποχή. Αθώες κι ανυπεράσπιστες ψυχούλες που δέχονταν μια αδιανόητη βία από θρασίμια. Μεγαλώνοντας δεν μπορούσα να μη δακρύσω όταν κοιτούσα τα βλεμματα των αιχμαλώτων του ΔΣΕ στις φωτογραφίες. «Τρελομήτρο; Σκατιάρη Τρελομήτρο, βρομιάρη Τρελομήτρο» [...]
Συνέρχομαι σιγά σιγά [...]. Όντως εγώ ήμουν στην αυλή με βαρύ το κεφάλι. Οι άλλοι έπαιζαν ακόμα μπάλα, τους άκουγα. Συνέρχομαι σιγά σιγά, δίπλα ο πατέρας μου, μου φέρνει ένα ποτήρι δροσερό νερό και φεύγει.. Συνέρχομαι. Ήταν πεντακάθαρο, με είχε χαστουκίσει. Από τα συμφραζόμενα της μάνας μου [...], κατάλαβα ότι με έφερε στην αυλή ο πατέρας μου και με χαστούκισε. Επειδή με είδε να κοροϊδεύω τον Τρελομήτρο. Τον ευχαριστώ γι' αυτό. Ήταν το πιο γλυκό χαστούκι που έχω φάει και, όσο μεγάλωνα, το αγαπούσα ακόμα πιο πολύ αυτό το χαστούκι. Μην κοιτάς που κλαίω. Τώρα όλα έχουν αλλάξει έχουμε μείνει λίγοι που επιμένουμε. Ο πατέρας μου δε με χτύπησε ποτέ ξανά από ότι θυμάμαι. Ο Τρελομήτρος πέθανε λίγα χρόνια μετά.
Τι σημασία έχει που έζησε ο Τρελομήτρος. Άμα ψάξεις, θα βρεις κι άλλους Τρελομήτρους που πέρασαν τον δικό τους Γολγοθά. Του 'χαν σκοτώσει τον αδερφό του που ήταν δάσκαλος το 1945, έξω από το χωριό, επειδή ήταν κομμουνιστής. Νομίζω πως ο πατέρας πρέπει να βρέθηκε στην κηδεία του Τρελομήτρου, τα έξοδα ήταν της κοινότητας ή κάτι τέτοιο.
Μην κοιτάς που κλαίω. όταν ανοίγω αυτά τα βιβλία που στοιβάζονται στο σπίτι, διαλύομαι. Συγνώμη για το ύφος της αφήγησης. Το βλέπεις αυτό το βιβλίο εκεί πέρα; «Ήρωες και μάρτυρες» λέγεται, τυπωμένο το '82, όταν γεννήθηκα. Γράφει: «Δάσκαλος. Έφεδρος ανθυπολοχαγός και καθοδηγητής στην πολιτική οργάνωση ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Πιάστηκε έξω από το χωριό από συνεργάτες των Γερμανών, στις 5.6.1945. Επιτόπου τον βασάνισαν απάνθρωπα. Ο μάρτυρας δεν άντεξε και υπέκυψε στα βασανιστήρια που του έκαναν» έχει σημειώσει δίπλα με τον δύσκολο γραφικό του χαρακτήρα τα εξής: «Τον σκότωσαν στο ξύλο συγχωριανοί του, αυτοί είμαστε; Ντροπή.» Τώρα που μεγάλωσα μετανιώνω που δεν διάβαζα τα βιβλία που μου πρότεινε για τον τόπο. Μετανιώνω γενικά...
Απο τα πιο όμορφα άρθρα σου!
ΑπάντησηΔιαγραφήΈχω και τις αδυναμίες μου!
Ευχαριστώ φίλε! Καλά κάνεις!!!
ΔιαγραφήΠολυ πολύ πολύ όμορφο!...
ΑπάντησηΔιαγραφήναι!,αυτοί είμαστε! Ευτυχώς όχι όλοι... Κάποιοι είΝαι αλλιώς...διαφορετικοί! Δεν τα ανέχονται αυτά...
Ναι Γιάννη. Έτσι είναι!
Διαγραφή