Τρίτη 20 Ιουλίου 2021

Πλατεία Μαβίλη...













Στον Σωτήρη, τον παλιό φίλο... 

Κατέβαινε την οδό Σούτσου πλησιάζοντας την πλατεία Μαβίλη. Η ώρα ήταν πέντε παρά. Ο ουρανός άρχισε να παίρνει ένα ροδοκόκκινο χρώμα. Ήταν Δεκέμβρης και σε καμιά ώρα το πολύ θα νύχτωνε. Με το που έφτασε στην πλατεία ο χειμωνιάτικος ήλιος τον χτύπησε στο πρόσωπο. Κάθισε σ' ένα παγκάκι να τον απολαύσει. Στο μυαλό του στριφογύριζε η κουβεντα που του είχε πει κάποτε ένας φίλος του σε μια βόλτα τους στο αλσάκι της Ευελπίδων... Είδες, έχουμε κι εμείς τις ομορφιές μας στο κέντρο της πόλης! Όντως, έτσι ήταν! Αλλά η μεγαλύτερη ομορφιά της ήταν η ζωή της! Η βαβούρα της! Η κοινωνική ζωή της! Έτσι τουλάχιστον τα έβλεπε τα πράγματα τότε! Ήταν μόλις είκοσι δύο ετών! Η βόλτα δεν είχε κάποιον συγκεκριμένο προορισμό. Βγήκε από το σπίτι του, κάπου κοντά στην Αχαρνών, κι είχε πάρει το τρόλεϊ από την Αλεξάνδρας. Στη θέα δύο ελεγκτών, που είχε αρπαχτεί πιο παλιά μαζί τους, σκέφτηκε ότι δεν είχε όρεξη για εκ νέου μανούρες με αυτά τα καθίκια που πλούτιζαν σε βάρος ηλικιωμένων και "ξένων"... Άλλη φορά ξανά! Κατέβηκε εν μέσω μια σιωπηρής συμφωνίας κι από τις δύο πλευρές όσο κι αν σιχτίριζαν κι αυτός κι άλλοι από μέσα τους. Συμβιβασμός και προσωρινή ανακωχή. 

Το ποτάμι των αυτοκινήτων της Βασιλίσσης Σοφίας ήταν ορμητικό και μόνο το φανάρι στη γωνία με Σούτσου λειτουργούσε σαν φράγμα... Είχε διαβάσει ότι σε λίγες μέρες η πλατεία θα κλεινόταν  με λαμαρίνες για να ξεκινήσουν τα έργα του μετρό. Έως τότε θα μπορούσαν να απολαμβάνουν το πιο φτηνό ποτό της πόλης σε κάτι ψευτομεταλλικές καρέκλες πάνω στο πεζοδρόμιο που έβγαζε το παλιό "Flower". Πιτσιρικάδες, μαζί με το φίλο του τον Σωτήρη, μπορούσαν να πιουν όσα τζιν με λεμόνι αντιστοιχούσαν σε τρία χιλιάρικα! Ευτυχώς ήταν αρκετά! Θα γυρνούσαν ψιλομεθυσμένοι και την άλλη μέρα το πρωί οι δύο συγκάτοικοι και φίλοι θα ξυπνούσαν πανικόβλητοι για να προλάβουν με πόδια, τρόλεϊ, ηλεκτρικό να είναι στην ώρα τους στη δουλειά. 

Με αυτές τις σκέψεις νύχτωσε. Έριξε μια ματιά μέσα από τη τζαμαρία του βραδινού τους στεκιού. Μια γιαγιά είχε βγάλει ένα πλαστικό πιάτο από μαγειρείο κι έτρωγε ατάραχη, δύο  "γιάπηδες" της εποχής έπιναν απογευματινά ποτά δίπλα της, στη τζαμένια τετράγωνη μικρή προθήκη κρατιούνταν ζεστές κάτι παρηκμασμένες τυρόπιτες και πίτσες που σε λίγη ώρα η θέση τους θα ήταν στα σκουπίδια πάρα σε κάποιο στομάχι. Έξω η ζωή συνεχιζόταν... Μέσα εκεί ήταν ένα απομονωμένο ενυδρείο στη μέση της μητρόπολης... Είχε νυχτώσει και γύρω του τ' αυτοκίνητα και τα λεωφορεία έμοιαζαν πια όχι με ορμητικο ποτάμι αλλά μ' έναν επικίνδυνο σκοτεινό ωκεανό με κάθε είδους ψάρια...

Σηκώθηκε από το παγκάκι, διέσχισε το δρόμο, άνοιξε την πόρτα  και μπήκε μέσα. Ο πάγκος στη τζαμαρία που κοιτούσε έξω στο δρόμο και την πλατεία ήταν κενός... Πήρε θέση. Θα γινόταν τώρα παρατηρητής μιας άλλης ομορφιάς της πόλης... Αυτής που λέγεται νύχτα...

Δευτέρα 12 Ιουλίου 2021

Γκανιάν







-Όχι κι εσύ γαμώ το στανιό μου! Όχι κι εσυ!

Είχε σηκωθεί από την καρέκλα και στηριζόμενος στο ξύλινο τραπέζι φώναζε. Από τη διπλανή παρέα τρία νέα παιδιά τον κοιτούσαν καλά καλά! Είχαν ακούσει την προηγούμενη στιχομυθία και προφανώς, σαν νέοι άνθρωποι και εξελιγμένα μοντέλα της εποχής, τους είχε σηκωθεί η τρίχα κάγκελο!

Λογικό ήταν αφού κι αυτός τον είχε «προκαλέσει» ρωτώντας τον αν είχε κάνει το εμβόλιο! Τον είχε ψυχανεμιστεί όταν τον περασμένο Οκτώβριο τον είχε ρωτήσει πως περνάει κι αυτός του είχε απαντήσει, πως να είμαι, με τον κορόιδοϊο που μας δουλεύουν!

Είχαν γνωριστεί σ' ένα καφενείο που συναντούσες λογής λογής φυλές της πόλης. Λαϊκούς ανθρώπους της γειτονιάς, χίπστερ, πολιτικοποιημένους, αδιάφορους, τα πάντα. Αυτός πήγαινε τα πρωϊνά με κάτι μεγάλους τόμους και διάβαζε. Ο άλλος άπλωνε κάτι χαρτιά μ' ένα σωρό αριθμούς. Σαν στατιστικά. Αργότερα, κι αφού άρχισαν να χαιρετιούνται και να απλώνεται ένα δίχτυ συμπάθειας ανάμεσα τους, του εξομολογήθηκε ότι ήταν στατιστικά και προγνωστικά ιπποδρομιών! Μάλιστα! Γκανιάν μας βγήκε σκέφτηκε και χαμογέλασε! Συνέχισαν να συναντιούνται και να ανταλλάζουν λίγες κουβέντες μέχρι που χάθηκαν αναγκαστικά εξαιτίας της πανδημίας.

Ακούγοντας τα περί κορόιδοϊού δεν συνέχισε. Ήταν μάταιο! Είπαν τα τυπικά και βυθίστηκαν κι οι δύο στα κιτάπια τους.

Στην επόμενη συνάντηση τους εφτά μήνες μετά και όντας σε μεγάλα κέφια είπε να τον τσιγκλίσει ρωτώντας τον όχι μόνο εάν είχε κάνει το εμβόλιο αλλά μάλιστα και ποιο προτίμησε! Η έκρηξη του ήταν τόσο μεγάλη, κάνοντας τη μάσκα που κρεμόταν στο σαγόνι του σα δεύτερο μούσι, από το ταρακούνημα να του κλείσει το στόμα μη μπορώντας κανείς να ξεχωρίσει τι έλεγε πάνω στην ταραχή του!

-Μα γιατί δεν έκανες;, συνέχισε.

-Γιατί να κάνω;, ανταπάντησε.

Η συζήτηση έπαιρνε διασκεδαστική τροπή αν και ο κίνδυνος ελλόχευε κρίνοντας από το θολωμένο του βλέμμα στην ερώτηση μα γιατί δεν έκανες;

-Για τον κορονοϊό.

-Ποιον κορονοϊό; Δεν υπάρχει. Μια απλή γρίπη είναι!

Η συζήτηση τώρα πια έπαιρνε και μια πιο ενδιαφέρουσα τροπή! Δεν ήταν ότι δεν είχε ακούσει ότι υπάρχουν άνθρωποι που το υποστήριζαν. Και στο ραδιόφωνο τους είχε ακούσει να ξιφουλκούν σε εκπομπές λόγου των ακροατών και στα σόσιαλ μίντια να επιχειρηματολογεί ο κάθε πικραμένος αναμασώντας επιχειρήματα ψεκασμένων «καλλιτεχνών» τελευταίας διαλογής και κάτι κομπογιαννιτών γιατρών! Αλλά άλλο αυτό! Να εμφανίζεται μπροστά του με σάρκα και οστά!

-Κι όλοι αυτοί που πέθαναν;

-Ποιοι πέθαναν;

Γινόταν όλο και πιο ενδιαφέρον!

-Ξέρω 'γω! Κάτι εκατομμύρια σε όλο τον πλανήτη και δεκατρείς χιλιάδες στη χώρα μας!

-Δεν πέθαναν!

Τα τρία νέα παιδιά από δίπλα είχαν γουρλώσει με απόγνωση τα μάτια!

-Τι εννοείς δεν πέθαναν;

-Δεν πέθαναν! Πέθαναν με κορονοϊό κι όχι από κορονοϊό!!! 

Δεν πίστευε στ' αυτιά του! Κοίτα να δεις που ο Γκανιάν μας βγήκε γιατρός και σύντομα θα μας βγει και βιολόγος σκέφτηκε!

-Κι οι γιατροί;

-Ποιοι γιατροί;

-Οι γιατροί που βεβαίωσαν το θάνατο τους... 

-Είναι πληρωμένοι!

-Ποιοι;

-Οι γιατροί!

-Όλοι οι γιατροί όλου του κόσμου;

-Αν δεν είναι γιατί δεν βγαίνουν σε πάνελ με τους σοβαρούς επιστήμονες που τους έχουν φιμώσει κι είναι οι μόνοι που λένε την αλήθεια;

Το επιχείρημα του ήταν τόσο αποστομωτικό που δεν ήξερε τι να του απαντήσει! Είπε λοιπόν ν' αλλάξει τροπάρι! 

-Ίσως έχεις δίκιο! Λες να την πάτησα που έκανα το εμβόλιο;

-Αν έκανες το MRNA δεν σου εγγυώμαι τίποτα! Αν έκανες της παλιάς τεχνολογίας και τη γλιτώσεις με καμιά ελαφριά θρομβωσούλα να πεις κι ευχαριστώ!

-Ωχ!

-Α, και που 'σαι! Όλο με τη μάσκα σε βλέπω! Πρόσεχε είναι ανθυγιεινές! Αν σου εμφανιστούν τίποτα  πνευμονοπάθειες σε μερικά χρόνια μην απορήσεις! Είπε, κι έσκυψε στα προγνωστικά για τις ιπποδρομίες της ημέρας...!

-Μία τελευταία ερώτηση! 

-Πες μου! Μετά χαράς! 

-Πόσο χρονών είσαι; 

-Εξήντα. 

-Καλή τύχη! 

-Ευχαριστώ! Θα τη χρειαστώ σήμερα! Θα τους πάρω και τα σώβρακα με τα στανταράκια που έχω!