Η λίστα ιστολογίων μου

Κυριακή 8 Ιανουαρίου 2023

Καρτ Ποστάλ από τον Νότο...#2



Στον Μάικ...

Άλλαξες ήπειρο Κομπά μου. Comprade και Companero. Κουμπάρε και σύντροφε. Έφυγες από τη χώρα σου, σε εξόρισαν οι στρατιωτικοί που άλωσαν τον τόπο σου, ερήμωσαν τη χώρα σου από τον ανθό του πιο ωραίου κομματιού της νεολαίας της. Και ήρθες σε μια άλλη ήπειρο. Και σε αυτή όμως φρόντισαν οι ίδιοι, αυτοί με το χακί χρώμα άλλων εθνικοτήτων, υπηρέτες του πολέμου και δολοφόνοι, να χάσεις το νησί που ξεκίνησες να γράφεις το πρώτο σου μυθιστόρημα. Μα πάνω απ' όλα να χάσεις για άλλη μια φορά ανθρώπους... Ανθρώπους που αν γνώριζαν την Ιστορία του τόπου τους σε βάθος ίσως ερχόταν ανάποδα ο ντουνιάς...


Το χαμένο νησί 

Λέγεται Μάλι Λοσίνγι, κι από το αεροπλάνο φαίνεται σαν μια ωχρή κηλίδα πάνω στην Αδριατική, έξω απ' τις ακτές μιας χώρας που κάποτε λεγόταν Γιουγκοσλαβία. Την πρώτη φορά που πήγα εκεί, είχα όλο το χρόνο στη διάθεσή μου, κι εκεί άρχισα να γράφω αυτό που έμελλε να είναι το πρώτο μου μυθιστόρημα.

Ολόγυρα άνθιζαν δαμασκηνιές, πικροδάφνες και άνθρωποι. Άνθιζε, λ.χ, η Όλγα, μια όμορφη Κροάτισσα που μοίραζε το χρόνο της ανάμεσα στις δουλειές της (είχε κι πανσιόν) και την αγάπη της για τη βραχνή φωνή του Καμαρόν δε λα Ίσλα. Άνθιζε ο Σταν, ένας Σλοβένος που κάθε βράδυ άναβε την ψησταριά, άνοιγε κάμποσα μπουκάλια σλίβοβιτς και καλούσε γειτόνους και περαστικούς ν γευτούν τη φιλοξενία της βεράντας του. Άνθιζαν ο Γκόικο, ένας Μαυροβούνιος που σε κάθε γλέντι έφερνε τα ψάρια και τα καλαμάρια, και ο Βλάντο, ένας Σκοπιανός που σιγοτραγουδούσε κάτι άριες ακατανόητες, αλλά όμορφες. Με τις ιστορίες του άνθιζε ο Λέβινγκερ, ο βόσνιος φαρμακοποιός, εβραίος, πρώην υγειονομικός στους αντιφασίστες παρτιζάνους. Καμιά φορά, ο Πάντο, ένας Σέρβος απότακτος του ναυτικό, έπαιρνε το ακορντεόν, κι εμείς πιάναμε το τραγούδι και, Μ το δεύτερο μπουκάλι σλίβοβιτς, αδελφωνόμαστε με την τρυφερότητα των υποκοριστικών. Ολγίτσα, Στανίτσα, Γκοϊκίτσα, Βλαντίτα, Παντίτσα. Συνεννοούμαστε χάρη σ' ένα σύμφυρμα ιταλικών, γερμανικών, ισπανικών, γαλλικών και σερβοκροατικών.

"Αρκεί να συνεννοούμαστε" μου έλεγαν

" Εμείς, πάντως, στη Γιουγκοσλαβία, συνεννοούμαστε" μου ξανάλεγαν. [...]

Για πολλά χρόνια το Μάλι Λοσίνγι υπήρξε ο μυστικός μου παράδεισος, ως τη μέρα που κάτι συνέβη, κάτι που από καιρό φαινόταν να 'ρχεται, κάτι που κανείς από τους φίλους μου δεν μπορούσε  να μου το εξηγήσει, αλλά έβγαινε στην επιφάνεια κάθε φορά που η κουβέντα πατούσε στα χωράφια της Ιστορίας της χώρας.

Όταν η κτηνωδία του σερβικού εθνικισμού ξέθαψε το φάντασμα των τσέτνικ, και η κτηνωδία του κροατικού εθνικισμού ντύθηκε ουστάτσα, το νησί δεν έμεινε έξω απ' τη διαμάχη.

Η Όλγα έκλεισε την πόρτα της καρδιάς της στον τσιγγάνο, και τις πόρτες της πανσιόν της σε όποιον δεν ήταν Κροάτης. Μια νύχτα, ο Πάντο τριγύριζε ολομόναχος στους δρόμους του Αρτατόρε, και ξημερώθηκε κραδαίνοντας μια σέρβική σημαία κι ένα αρχαίο μίσος που έζεχνε αλκοόλ. Ο κεραυνός αρκοντεονίστας μας αναμασούσε τα παχιά λόγια όλων των εθνικιστών, και οι επιθέσεις τους είχαν 7 κυρίως στόχο τον εβραίο Λόβινγκερ, τον οποίο κατηγορούσε ότι, αν και Βόσνιος ήταν ισλαμιστής φονταμεταλιστής. Ο Σταν μετακόμισε στη Λιουμπλιάνα, κι  από το ωραίο του σπίτι στο Αρτατόρε έμειναν μόνο κάτι φωτογραφίες, κομματιασμένα απ' το ψαλίδι της οργής.  Ο Γκόικο και ο Βλάντο έφυγαν κι αυτοί απ' το νησί, απ' το φόβο του Πάντο (που ήθελε σώνει και καλά να τους μετατρέψει σε παπαγάλους μιας Μεγάλης Σερβίας) και της Όλγας (που τους θεωρούσε ότι αποτελούσαν Ορθόδοξο κίνδυνο για τη Μεγάλη, Καθολική Κροατία της).

Ο Λέβινγκερ εγκαταστάθηκε στο Σεράγεβο λίγο πριν τον αποκλεισμό της πόλης αποκτούσε Σέρβους. Από εκεί μου έστειλε ένα πονεμένο γράμμα: "Δυο γενναίες ακόμα, και θα 'χαμε απαλλαγεί απ' αυτόν τον εθνικιστικό καρκίνο που μοναδικό του σύμπτωμα είναι το μίσος..."

Κάθε φορά που βλέπω την κηλίδα του Μάκι Λοσίνγι σε κάποιο χάρτη, ξέρω πως το νησί εξακολουθεί να είναι εκεί, στην Αδριατική, αλλά ξέρω πως το νησί εξακολουθεί να είναι εκεί, στην Αδριατική, αλλά ξέρω κι ότι το 'χω χάσει για πάντα. Τι συνέβη; Γνωρίζω την ιστορία των Βαλκανίων, αλλά αδυνατώ να καταλάβω το σύγχρονο πρόβλημα, κι είμαι βέβαιος ότι δεν το καταλαβαίνουν ούτε και οι περισσότεροι Σέρβοι, Κροάτες, Μαυροβούνιοι, Κοσοβάροι, Σλοβένοι, Βόσνιοι, Σκοπιανοί, γιατί δεν έχουν μάθει παρά την επίσημη Ιστορία, αυτοί που γράφουν (ή χαλκεύουν) οι νικητές. 

Ίσως, όπως μου 'γράψε και ο Λέβινγκερ, αυτές οι δύο γενναίες να 'χαν τολμήσει ν' αντικρούσουν κατάματα την ταραχώδη Ιστορία τους, και η δικαιοσύνη να 'κανε χώρο για να περάσει η μόνη δυνατή αλλαγή: αυτή που νικάει τα μισή και επιβάλλει τη λογική.

Με πονάει το χαμένο νησί, κι όλο λέω μέσα μου πως οι λαοί που δε γνωρίζουν την Ιστορία τους σε βάθος, πέφτουν εύκολα στα χέρια απατεώνων και ψευδοπροφρητών, κι εύκολα επαναλαμβάνουν ταξίδι λάθη.


Καρτ ποστάλ: κάρτα από χοντρό χαρτί με εκτυπωμένη κάποια εικόνα στη μία πλευρά και χώρο για να γραφτεί ένα σύντομο σημείωμα.


Το διήγημα "Το χαμένο νησί" βρίσκεται ίσως στο καλύτερο βιβλίο διηγημάτων "Χρονικά του περιθωρίου", του μεγάλου Χιλιανού συγγραφέα Λιούις Σεπούλβεδα, σε μετάφραση του ακούραστου εργάτη των γραμμάτων Αχιλλέα Κυριακίδη και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις "opera".


Διαβάστε ακόμα:





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου