Η λίστα ιστολογίων μου

Τετάρτη 20 Αυγούστου 2025

Γιώργος Κοτζιούλας(1909-1956): Αλληλογραφία και ημερολόγια... Δύο βιβλία!




Αυτοβιογραφίες, βιογραφίες, συνομιλίες... Είναι οι μαγικοί τρόποι να γνωρίσουμε αυτούς που μας έκλεψαν την καρδιά γράφοντας...
Αυτά έγραφα μεταξύ άλλων σε μια παλιότερη ανάρτηση (που μπορείτε να διαβάσετε εδώ: Αυτοβιογραφίες, βιογραφίες, συνομιλίες...) που και πάλι από αυτή περνούσε ο Γιώργος Κοτζιούλας! 

Αυτή τη φορά όμως εμφανίζονται ταπεινά στο προσκήνιο και η αλληλογραφία και τα ημερολόγια. Ταπεινά γιατί τα γράμματα που του έστελναν τέτοια ήταν. Γεμάτα από ανθρωπιά και αληθινό νοιάξιμο. Μακάρι όλοι να είχαμε τέτοιους φίλους σαν αυτούς και αυτές που είχε ο συγγραφέας, ποιητής, αντάρτης, ιδρυτής της λαϊκής σκηνής του θεάτρου στα βουνά της Ηπείρου κατά τη διάρκεια της Εθνικής Αντίστασης, μεταφραστής, δοκιμιογράφος, κριτικός, εργάτης των γραμμάτων, Γιώργος Κοτζιούλας! 

Αγαπητέ Γιώργο. Αγαπητέ μου. Γιώργο μου. Αγαπητέ μου Κοτζιούλα. Πολυαγαπητέ μου Κοτζιούλα. Φίλε κ. Κοτζιούλα. Αγαπητότατέ μου ποιητή...

Μέσα από την αλληλογραφία αυτή, ο αφοσιωμένος αναγνώστης και ο ερευνητής, όπως και από τις βιογραφίες και τις συζητήσεις ανακαλύπτει όλο το πλαίσιο της εποχής, το χαρακτήρα και την αξία του σαν ανθρώπου πρώτα απ' όλα. Δεν ήταν τυχαία η αγάπη που του είχαν. Από τις σελίδες του βιβλίου παίρνουν μεγάλες μορφές των Νέων Ελληνικών Γραμμάτων της εποχής! Περνούν τα προβλήματα επιβίωσης, η φτώχια, η αγωνία για την απελευθέρωση, η αγωνία των εργατών των γραμμάτων για τα γραπτά τους. Η ζωή η ίδια.

Και τι άλλο παρά ταπεινά θα μπορούσαν να είναι και τα ημερολόγια του! Από αυτά κι αν βλέπουμε να περνά όλη του η ζωή τα μαύρα χρόνια της σκλαβιάς 1941-1948. Η ζωή του στο χωριό του στην Ήπειρο μετά από πολλά χρόνια απουσίας. Η αναγκαστική επιστροφή λόγω του λιμού της Αθήνας τον μαύρο χειμώνα 1941-1942. Μπαίνω στο χωριό το μεσημέρι. Λείπω οχτώμισι χρόνια σωστά και πολλά έχουν αλλάξει από τότε. Με δυσκολία αναγνωρίζω τα μέρη απ' όπου περνώ, προπάντων γύρω απ' το ρέμα. Ανθρώπους όμως δεν απαντώ πάρα εδώ κι εκεί• όλοι τους είναι κακοντυμένοι, φαντάσματα του εαυτού τους. Η ζωή του στο αντάρτικο, και τέλος στην εμφυλιακή Αθήνα. Και παντού η επιβίωση και τα γράμματα. Η μεγαλύτερη του αγάπη. Συγγραφείς, μεταφράσεις, λογοτεχνικά περιοδικά!

Και κάπως έτσι, μπαίνουν όσοι και όσες αγαπούν τον Γιώργο Κοτζιούλα στον κόσμο του! Και στον κόσμο του κάθε ανθρώπου των γραμμάτων που θαυμάζουν αν ο ίδιος ή άλλοι έχουν γράψει βιογραφίες, γράμματα, ημερολόγια, κριτικές! Και το ταξίδι στη χώρα των γραμμάτων και κυρίως των ανθρώπων τους συνεχίζεται! 


Αγαπητέ Κοτζιούλα: Η ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΟΤΖΙΟΥΛΑ (1927-1956), εκδόσεις ΟΔΥΣΣΕΑΣ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΖΙΟΥΛΑΣ: Ημερολόγια 1941-1948, εκδόσεις ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ


Παρασκευή 1 Αυγούστου 2025

Βασίλης Νιτσιάκος: Και το σώμα θυμάται. Ψηφίδες βιωματικής λαογραφίας



Στον Ηπειρώτη φίλο, σύντροφό και αδερφό Αχιλλέα...


Μια γλυκιά γαλήνια ζέστη χύνεται άξαφνα από τα φύλλα του..., έγραφε ο Άγγελος Σικελιανός στον πρόλογο του βιβλίου του Ηλία Βενέζη "Αιολική Γη". Μια γλυκιά γαλήνια ζέστη χύνεται άξαφνα από τα φύλλα του..., γράφω κι εγώ στην προμετωπίδα του ιστολογίου μου... Προσδοκώντας οι λέξεις για τα βιβλία που γράφω να βγάζουν μια ζέστη. Για κάποια νομίζω ότι το κατάφερα. Για αλλά όχι. Γιατί είναι σκληρά βιβλία. Ιστορικά, πολιτικά, βιβλία που αντιμάχονταν την αδικία αυτού του σάπιου κόσμου. 


Από την ώρα που έπιασα στα χέρια μου αυτό το βιβλίο, αυτή η γλυκιά γαλήνια ζέστη χύθηκε μέσα μου από τα φύλλα του κι αυτή θα προσπαθήσω να βγάλω σε αυτό το μικρό σημείωμα...


Με την Ήπειρο δεν έχω καμία απολύτως σχέση. Οι ρίζες μου είναι βαθιά χωμένες στην άσφαλτο της Αθήνας. Η καταγωγή μου μόνο καταγωγή είναι, μιας και σχεδόν τίποτα δεν με έχει δέσει με 'κείνη τη γη. Τώρα πια, ζηλεύω τους ανθρώπους που έχουν ένα απάγκιο στον τόπο τους, όσο κι αν αγαπώ την Αθήνα. Τι να με συγκίνησε άραγε στην Ήπειρο; Η φτώχια της, τα μοιρολόγια της, οι βουνοκορφές της που έγιναν αντάρτικα λημέρια, το αρχηγείο του ΔΣΕ στον Γράμμο, ο ποιητής, συγγραφέας και αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης Γιώργος Κοτζιούλας, η τιτάνια προσπάθεια των ανθρώπων να επιβιώσουν σε τόσες μα τόσες αντίξοες συνθήκες... Και κάπως έτσι άρχισε ένα ταξίδι μέσα από τις σελίδες των βιβλίων. Με συγκλόνισε η "Μουργκάνα" του Δημήτρη Χατζή. Έμαθα για το ηπειρώτικο μοιρολόι από έναν "τρελό" αμερικανό που τα παράτησε όλα, όταν έπεσε στα χέρια του ενα σαρανταπεντάρι με μοιρολόγια,  για να ζήσει σε αυτό τον τόπο και να μας διηγηθεί όλη αυτή την ιστορία του τραγουδιού και της ζωής αυτού του τόπου. Αργότερα συναντήθηκα με την Gail Holst Warhaft: Επικίνδυνες φωνές. Γυναικεία μοιρολόγια και ελληνική λογοτεχνία. Διέσχισα ποτάμια πάνω σε πέτρινα γεφύρια, όχι με τα πόδια, δυστυχώς, αλλά μέσω φωτογραφιών και "έβρεξα" τα πόδια μου στα κρύα τους νερά. Μέχρι που "συνάντησα" τον Βασίλη Νιτσιάκο! Πρώτα στο λογαριασμό του στο fb και αμέσως μέσα από το βιβλίο του "ΚΑΙ ΤΟ ΣΩΜΑ ΘΥΜΑΤΑΙ - ΨΗΦΙΔΕΣ ΒΙΩΜΑΤΙΚΗΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑΣ.


Βούτηξα σ' έναν άγνωστο τελείως κόσμο για 'μένα. Αυτόν της σκληρής νομαδικής κτηνοτροφικής ζωής. Που δεν είναι και τόσο παλιός όσο φανταζόμουν κάποτε. Ένας τρόπος ζωής που έφτασε μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του '90.


Το σώμα του Βασίλη Νιτσιάκου λοιπόν θυμάται. Και πως να ξεχάσει άλλωστε τα νεογέννητα αρνάκια, τις φοράδες και τα άλογα που τόσο αγαπούσε και τους έδινε ονόματα, τα μουλάρια και τα γαϊδούρια, το κρύο που προσπαθούσε να το απαλύνει με το κρυφό από τους μεγάλους άρμεγμα για να ζεσταίνει τα παγωμένα του χέρια στα ζεστά μαστάρια των προβάτων και το ξύπνημα μέσα σε στάνες με τα χνώτα των ζώων και την ανάσα τους στο πρόσωπό του. Πρόβατα να πέφτουν στο γκρεμό και να προσπαθεί να τα σώσει από αγάπη προς αυτά και το βιος τους. Κορόμηλα, γκόρτσα, μήλα, και γίδινο γάλα για να τρανέψει. Πορείες από το Ντένισκο (σημερινή Αετομηλίτσα του Γράμμου στο Μουσαλάρι (σημερινή Ροδιά) στους πρόποδες του Ολύμπου, είκοσι χιλιόμετρα από τη Λάρισα για να ξεχειμωνιάσουν μαζί με τα κοπάδια. Και το ανάποδο δρομολόγιο για να ξεκαλοκαιριάσουν. Και σχολείο; Μισό στο Ντένισκο τα καλοκαίρια και μισό στο Μουσαλάρι! Το ισνάφι, δηλαδή τη δίκαιη νομή των κοινοτικών βοσκοτόπων στις οικογένειες, τις ιερές πουρναριές που συνέβαλαν στην επιβίωση των ανθρώπων αυτού του τόπου, τους Βλάχους, τους  Σαρακατσάνους και το ψωμί... Από τις σελίδες του περνούν τα δέντρα που ήταν η ζωή τους και οι όμορφες ιστορίες τους. Άνθρωποι και άνθρωποι και οι δικές τους ιστορίες. Και ένας πλούτος ελληνικών, βλάχικων, αλβανικών, τουρκικών σλαβικών λεξιλογικών καταβολών. Αυτά και άλλα τόσα που αδικώ που δεν τ' αναφέρω. Μα πάνω απ' όλα οι αφάνταστες δυσκολίες της ζωής που ατσάλωναν αυτούς τους ανθρώπους σε αυτή τη γωνιά του κόσμου.


Μέχρι που ένα μεσημέρι, στα δεκαοχτώ του χρόνια που βρισκόταν με ένα κοπάδι κάπου στο βουνό έμαθε από έναν θείο του, αφού τον μάλωσε πρώτα για κάποια απροσεξία του, ότι πέρασε στη Φιλοσοφική με υποτροφία και θα γινόταν φιλόλογος. Κι έτσι έπρεπε σε μια πόλη να ράψει κοστούμι γιατί θα γινόταν καθηγητής... Από εκεί και ύστερα το άστρο του έλαμψε. Σπουδές, μεταπτυχιακό, διδακτορικό,  ακαδημαϊκή έρευνα και έδρα στο Πανεπιστήμιο. Αλλά το άστρο του και το πρόσωπό του λάμπει πιο πολύ όποτε επισκέπτεται με κάθε ευκαιρία τους τόπους του! Το Ντένισκο και το Μουσαλάρι. Γιατί στον θαυμαστό κόσμο του καπιταλισμού για αυτόν κάνει κρυότι...


Το "ΚΑΙ ΤΟ ΣΩΜΑ ΘΥΜΑΤΑΙ" είναι ένα σπουδαίο βιβλίο. Ή μάλλον καλύτερα μια σπουδαία ψηφίδα λαογραφίας. Βιωματικής και όχι ακαδημαϊκής! Μια σπουδαία ψηφίδα που μπαίνει στη σειρά της λαογραφικής ιστορίας του τόπου μας. Της ιστορίας του τόπου μας που όσο πιο πολύ τη γνωρίζουμε τόσο πιο πολύ τον αγαπάμε και τόσο πιο πολύ παλεύουμε με εφόδια για να τον αλλάξουμε και να τον κάνουμε κοινωνικά δίκαιο... Τις νύχτες που θα σβήνουν τα φώτα στο σπίτι, το βιβλίο αυτό θα φέγγει για πάντα στο ράφι. Για πάντα! Κι ίσως κάπου μέσα στο σαλόνι του διαμερίσματος θα ακούγονται ο αέρας στα διάσελα και ο ήχος από τις κουδούνες των ζώων... 


Φίλη αναγνώστρια κι φίλε αναγνώστη αυτού του μικρού ιστολογίου διάβασέ το!