Η λίστα ιστολογίων μου

Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2021

Τα διαμάντια είναι παντοτινά...




«Τα διαμάντια είναι παντοτινά», ήταν ο τίτλος της ραδιοφωνικής εκπομπής που άκουγε κι αυτή την παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Πριν από μια εβδομάδα ακριβώς είχε ακούσει και τη Χριστουγεννιάτικη εκπομπή. Όμορφα ροκ τραγούδια μιας άλλης εποχής με τα νεότερα να φτάνουν μέχρι την εποχή της «σκηνής του Μάντσεστερ». Η ευγενική φωνή του παραγωγού της ήταν μια όμορφη και συγκινητική παρέα κι αυτή τη μοναχική παραμονή Πρωτοχρονιάς. Όπως και της προηγούμενης και αυτής πριν από την προηγούμενη.  Προσπαθούσε να θυμηθεί τι ακριβώς έκανε εκείνες τις τελευταίες χρονιές που άκουγε την εκπομπή. Δεν είχε να θυμηθεί κάτι, παρά άλλοτε μια θολή ανάμνηση ενός τόσο δυνατού αέρα που κόντευε να πάρει το σπίτι, άλλοτε μια δυνατής βροχής κι άλλοτε ενός εντελώς αδιάφορου καιρού λες και δεν ήταν ούτε χειμώνας, ούτε άνοιξη, φθινόπωρο ή καλοκαίρι. Πως να μην ήταν όμως κάτι απ' όλα αυτά; Ήταν, βέβαια, ήταν. Αδιαφορούσε όμως για τον καιρό όπως και για όλο αυτό που γινόταν εκεί έξω. Γι' αυτό και βολευόταν με τους ήχους από τις κιθάρες που πλημμύριζαν έστω και σε χαμηλή ένταση το σαλόνι του σπιτιού του. Τα παντοτινά αυτά διαμάντια ήταν λες και έκαναν κατάληψη στο σπίτι του κάθε χρόνο τέτοια μέρα και τον οδηγούσαν να σκέφτεται το χρόνο που πέρασε για άλλη μια φορά. Σαν να μην άλλαζε τίποτα στη ζωή του από εκπομπή σε εκπομπή κάθε χρόνο. Κι αυτό το συνειδητοποίησε μόλις άκουσε το «New years day» των U2, ακριβώς με το που άλλαξε ο χρόνος. Ναι, αυτό ήταν! Η εκπομπή τελείωνε, ο παραγωγός ευχόταν καλή χρονιά και μια άλλη ψυχρή γυναικεία φωνή ανακοίνωσε ότι η εκπομπή ήταν από το πολύτιμο αρχείο του σταθμού. Πάγωσε. Κατάλαβε ότι όλα αυτά τα χρόνια άκουγε μια κονσέρβα. Μια κονσέρβα που την είχε ακούσει κάποτε ζωντανά αλλά στη συνέχεια πάντα σε επανάληψη. Και δάκρυσε, γιατί κατάλαβε ότι αυτό που τον πείραζε πιο πολύ ήταν ότι είχε βάλει τη ζωή του σε επανάληψη... Και μάλιστα σχεδόν στη σίγαση. Έκλεισε το ραδιόφωνο, έβγαλε τη συχνότητα από τη μνήμη, βγήκε στο μπαλκόνι να δει τα βεγγαλικά και, η νύχτα, ο καιρός, η αυριανή μέρα και η κάθε μία που θα την ακολουθούσε, αποφάσισε να μην του φανεί ποτέ πια αδιάφορη. Χωρίς όμως, ποτέ μα ποτέ, να ξεχάσει αυτούς και αυτές που δεν θα καταφέρουν να βγάλουν από τη μνήμη του ραδιοφώνου τους, αυτή την καταραμένη συχνότητα...  Να ξεριζώσουν από την καρδιά τους τη μοναξιά... Ποτέ...

Κυριακή 26 Δεκεμβρίου 2021

Ένα τέταρτο του αιώνα...




Άνοιξε την πόρτα της βεράντας κι έσυρε έξω μια καρέκλα. Ήταν ανήμερα των Χριστουγέννων κι ο καιρός ανοιξιάτικος. Σχεδόν καλοκαιρινό θα τον έλεγε! Ίσως στην υπερβολή του χαρακτηρισμού καλοκαιρινός να βοηθούσαν και τα νιάτα του. Ακριβώς είκοσι πέντε χρόνια πριν. Ένα τέταρτο του αιώνα. Παραμονές του 1997. Ο ήλιος έπεφτε απαλά πάνω στη βορειοδυτική βεράντα εκείνο το μεσημεροαπόγευμα. Η αγαπημένη του ώρα. Κάθισε όσο πιο αναπαυτικά μπορούσε. Στα πόδια του αφημένο ένα βιβλίο του Τζωρτζ Όργουελ, όχι κάποιο από τα πολύ γνωστά του. Αυτά τα είχε καταβροχθίσει πριν από λίγο καιρό προσπαθώντας να κατανοήσει τον παλιό κόσμο. Μαζί με το βιβλίο κι ένα μεγάλο σε μέγεθος αντιεξουσιαστικό περιοδικό που διαβάζοντας το προσπαθούσε να κατανοήσει τον καινούριο κόσμο. Αυτόν που ζούσε κι ανάπνεε στο τώρα κι αυτόν που ανοιγόταν μπροστά του. Η δίψα του άσβεστη. Για μάθηση, για δράση, για ζωή. Σηκώθηκε και κοίταξε την πόλη που απλωνόταν πέρα μακριά από τη βεράντα. Τα δυτικά προάστια, το κέντρο της Αθήνας, τη θάλασσα... Ένας ολόκληρος κόσμος ν' ανακαλύψει μπροστά του... Γύρισε το βλέμμα του παντού. Τίποτα δεν τον κράταγε και τίποτα δεν τον κρατούσε. Μόλις ελάχιστα χρόνια πριν είχε αρχίσει να συνειδητοποιεί τη ζωή. Κι ήθελε να τη ζήσει στο τέρμα. Ήθελε να αλλάξει την τροχιά της. Και προσπάθησε. Κι ακόμα προσπαθεί. Γύρισε στους δρόμους της, εξερεύνησε τους λαβύρινθούς της, όργωσε τις πλατείες της, αλώνισε όλα τα μήκη και τα πλάτη της, γνώρισε και μίλησε με τους ανθρώπους της, Και κάθε χρόνο τέτοια μέρα βρίσκεται πάντα σε αυτό το σπίτι όπως και πριν από ένα τέταρτο του αιώνα... Χαζεύει τα αντικείμενα τέχνης του, τις πολλές και μεγάλες βιβλιοθήκες του, βγαίνει πάντα μα πάντα στην βεράντα που είχε κάτσει και τότε, χαζεύει τις ίδιες περιοχές. Ένα σπίτι που τότε τον «έδιωχνε» αλλά τώρα πια όποτε επιστρέφει, ένα τέταρτο του αιώνα πιο μεγάλος, νοσταλγεί εκείνη τη μέρα και είναι σίγουρος ότι εκείνο το παιδί διάλεξε τότε τη σωστή πλευρά του δρόμου για να πορευτεί στη ζωή του... 

Σάββατο 18 Δεκεμβρίου 2021

Μι Δέλτα: Το μινόρε του θανάτου...

«Κάποιος πρέπει να μείνει πίσω. Να γράψει στα τραγούδια του για εμάς. Για την εποχή μας και τους ανθρώπους της. Για τα δεινά και τους δαίμονες που κατοικούσαν μέσα μας, για τις διαψευσμένες προσδοκίες μας και τις ματωμένες επιθυμίες μας. Κι αυτό κανείς δεν μπορεί να το κάνει καλύτερα από εσένα.»

Πριν μερικούς μήνες έπεσε στα χέρια μου ένα μικρό βιβλιαράκι με τον τίτλο «ΒΑΡΚΑΡΗΔΕΣ». Τον άνθρωπο που το έγραψε τον ήξερα ελάχιστα. Κάποιες λίγες καλησπέρες είχαμε ανταλλάξει σε μικρά καφέ και μπαρ του κέντρου της Αθήνας συζητώντας λίγο περί ανέμων και υδάτων. Στα ίδια μπαρ είδα και το μικρό αυτό βιβλιαράκι του. Χωρίς να ξέρω ποιου ήταν ρώτησα. Η κοινότητα μας είναι μικρή κι ήθελα να μάθω. Από την περιγραφή το μυαλό μου πήγε σε αυτόν. Χωρίς δισταγμό το πήρα. Πάντα με γοήτευε και με γοητεύει όταν μαθαίνω ότι κάποιος άνθρωπος που έχω γνωρίσει διαβάζει, πόσο μάλλον όταν γράφει! Αμέσως θέλω να πιάσω επαφή, να συζητήσω, να μάθω γι' αυτό το δαίμονα που τον κατατρώει όπως κατατρώει και μένα. Είναι όμορφο να γνωρίζεις τι και κυρίως γιατί διαβάζει ένας άνθρωπος.  Είναι όμορφο διαβάζοντας να γνωρίζεις, έστω και λίγο, τον άνθρωπο που έβγαλε την ψυχή του πάνω στο χαρτί.  Έπιασα λοιπόν αυτό το μικρό βιβλιαράκι και δεν έχασα! Πέρα από το περιεχόμενο, τα νουάρ δεν είναι και πολύ το φόρτε μου τώρα πια, η γλώσσα του ήταν αυτή που μου άρεσε! Ο τρόπος που έγραφε! Ούτε αξιολογικές κρίσεις θέλω να κάνω, ούτε τα φόντα έχω, ούτε θα με ενδιέφερε να τα είχα και δεν έχω και σε μεγάλη εκτίμηση όλη αυτή τη διαδικασία των πεφωτισμένων (προτιμώ τους ανθρώπους που μέσα από τις σελίδες τους γράφουν λίγα λόγια από την καρδιά για ότι διάβασαν για να το μοιραστούν). Μου αρκεί ότι μου άρεσε η δουλειά του! Αλλά πιο πολύ μου άρεσε και μου αρέσει και στο επόμενο βιβλιαράκι του, «Το μινόρε του θανάτου», η μη ματαιοδοξία του. Αυτή τη μη ματαιοδοξία την έχω συναντήσει και σε άλλους ανθρώπους της μικρής αυτής κοινότητας ανθρώπων... Πουθενά το όνομα του! Δύο αρχικά και  μια σελίδα στο Facebook κι αυτή με τα ίδια. Μάλλον αυτός ο δαίμονας, ο δαίμονας της γραφής που τον έχει κατακτήσει, είναι πιο δυνατός από οτιδήποτε άλλο... Κι αυτό είναι που με γοητεύει ακόμα πιο πολύ από  περιεχόμενα και γραφές. Η διαδικασία της γραφής και της έρευνας που έκανε για να γράψει «το μινόρε του θανάτου» ίσως να είναι όπως και η υπόγεια ζωή των ηρώων του. Η καταφυγή στο όνειρο... Ο κατάδικός του υπόγειος κόσμος... Αυτοί παίδευαν το μυαλό τους για να βγουν στα τάστα του μπουζουκιού τους οι μελωδίες τους κι αυτός παίδεψε το μυαλό του για να βγάλει στο χαρτί την ιδέα του. Αυτοί έγραφαν σ' ένα χαρτί τα λόγια του καημού τους κι αυτός πάλεψε να βάλει σε μια σειρά τα δικά του. Το μπουζούκι του Μάρκου μας έπαιξε μελωδίες και το στόμα του μας  διηγήθηκε ιστορίες που βγήκαν από τη ζωή του. Η πένα του Μι Δέλτα μας διηγήθηκε τη δική του ιστορία που έβγαλε ο εσωτερικός του κόσμος. Αυτός που πάντα γοητεύει όποιον άνθρωπο ζει ξανά και ξανά μια ζωή όποτε διαβάζει κι από ένα βιβλίο... Και γι' αυτό τον ευχαριστώ γι' αυτή τη μία πρωινή ώρα που σ' ένα ήσυχο  καφέ ο κόσμος μου ενώθηκε με το δικό του και ξέφυγε για λίγο από ό,τι άσχημο μας περιτριγυρίζει...

[Σελίδα στο facebook για περισσότερες πληροφορίες για τη διανομή και άλλα: «Το μινόρε του θανάτου»]