Δευτέρα 4 Απριλίου 2022

Ο μυροβόλος Απρίλης στην ποίηση!




Ο Απρίλης στον τόπο μας είναι ο μήνας που βγαίνουμε από το σκοτάδι του χειμώνα. Κυριολεκτικό και μεταφορικό. Εμείς, οι κάτοικοι των πόλεων, έχοντας «πιάσει» ήδη πριν τον Μάρτη, αναζητούμε να τον γευτούμε έστω και αποσπασματικά... Φυτεύ
ουμε λουλούδια στις βεράντες μας, εκδράμουμε στις κοντινές εξοχές, βγαίνουμε στις δροσερές ακόμα πλατείες να τον απολαύσουμε σε μια γλυκιά βραδιά του. Οι άνθρωποι της επαρχίας τον ζουν σε όλο του το μεγαλείο. Είναι σίγουρα από τις στιγμές που τους «ζηλεύουμε»! Ο Απρίλης όμως έχει την τιμητική του και στα γράμματα μας! Τα «φύλλα» με χαρά σήμερα παρουσιάζουν τον «Απρίλη στην ποίηση» από το εξαιρετικό περιοδικό «Φιλιλογική Πρωτομαγιά», του 1959!

Ο Απρίλης στην ποίηση 

Η δημοτική ποίηση που εκδηλώνει με ενέργεια την ποιητική διάθεση του λαού μας, αφιέρωσε στο μυροβόλο Απρίλη τους πιο γλυκούς λυρικούς στίχους. Ο ερχομός του Απρίλη σημαίνει για τον άνθρωπο και μάλιστα τον ξώμαχο που είναι δαρμένος από του χειμώνα τα άγρια ξεροβόρια χαρά, καλοσύνη και ξεφάντωμα. Η πλάση όλη στολισμένη με τα χιλιόγραμμα λουλουδένια εμπριμέ της ευρίσκεται σε αποθεωτικό οργασμό.

Τώρα είναι Απρίλης και χαρά τώρα 'ναι καλοκαίρι
το λεν τ' αηδόνια στα κλαριά και οι πέρδικες στα πλάγια.
Παν τα κοπάδια στα βουνά να ξεκαλοκαιριάσουν,
παν και κοντά οι τσοπάνηδες βαρώντας τις φλογέρες.

Στο τραγούδι αυτό η λαϊκή μούσα δίδει μια ειδυλλιακή εικόνα όπου άνθρωποι και ζώα με το ίδιο χαρούμενο συνταίριασμα απολαμβάνουν στις μυρωμένες πλαγιές των ελληνικών βουνών, την απριλιάτικη φύση.
Ένα τέτοιο εξαίσιο σκηνικό αντίκρυσε και η ματιά του Αθανασίου Διάκου όταν από το Γολγοθά του μαρτυρίου του άφησε σαν κύκνει άσμα τους στίχους τον Απρίλιο του 1821

Για δες καιρό που διάλεξε ο χάρος να με πάρει
τώρα π' ανθίζουν τα κλαριά και βγάζει η γη χορτάρι.

Ο Απρίλης είναι ο μήνας των λουλουδιών παρ' όλο ότι ο Μάης εμφανίζεται ως αντιπρόσωπος των. Ένα λαϊκό δίστιχο λέγει:

Ο Μάης έχει τ' όνομα κι ο Απρίλης τα λουλούδια.

Σε μερικά όμως δημοτικά τραγούδια η χαρά της άνοιξης μοιράζεται σε δύο μήνες

Μάης με τα τριαντάφυλλα
κι Απρίλης με τα ρόδα.

Στο περίφημο τραγούδι του νεκρού αδερφού ο Απρίλης και ο Μάης προβάλλονται σαν μήνες που τα πουλιά ευρίσκονται σε αέναο λυρικό ξεφάντωμα.

Άκουσε Κωνσταντίνε μου τι λένε τα πουλάκια
Απρίλης είναι και λαλούν Μάης και φωλεύουν.

Εάν στα δημοτικά τραγούδια ο Απρίλης και ο Μάης θεωρούνται ως μήνες των λουλουδιών στη νεοελληνική ποίηση στον ίδιο τομέα ο Απρίλης έχει την πρωτοπορία.

Το απολαυστικό θέαμα της λουλουδοσπαρμένης πλάσης εμπνέει τη νεοελληνική μούσα και δίδει ενθουσιαστικούς και πηγαίους στίχους. Και πρώτα-πρώτα η Σολωμική ποίηση ευρίσκει στην ομορφιά του Απρίλη την αποθέωσή της.

Έστησε ο έρωτας χορό με τον ξανθόν Απρίλη
κι η φύσις ηύρε την καλή και τη γλυκιά της ώρα.

Και σε ένα απόσπασμα των «ελεύθερων πολιορκημένων» που αναφέρεται στο αγωνιζόμενο Μεσολόγγι λέγει:

Ο Απρίλης με τον έρωτα χορεύουν και γελούνε
κι όσα άνθη βγαίνουν και καρποί τοσ' άρματα σε κειούνε.
Μάγεμα η φύσις κι' όνειρο στην ομορφιά και χάρη 
η μαύρη πέτρα ολόχρυση και το ξερό χορτάρι
με χίλιες βρύσες χύνεται με χίλιες γλώσσες κραίνει
όποιος πεθαίνει σήμερα χίλιες φορές πεθαίνει.

Ο ρομαντικός Ιωάννης Πολέμης τοποθετεί το απριλιάτικο σκηνικό το «παληό βιολί» το εξαίσιο εκείνο λυρικό τραγούδι του.

Άκουσε το απόκοσμο το παληό βιολί
μέσα στη νυχτερινή σιγαλιά του Απρίλη
στο παληό κουφάρι του μια ψυχή λαλεί
με τ' αχνά κι απάρθενα της αγάπης χείλη. 

[...]

Και ο μεγάλος μας Παλαμάς βαθειά γοητευμένος από τις ομορφιές του Απρίλη θρηνώντας το χαμό του παιδιού του αφήνει τη σπαρακτική θρηνωδία.

Παν οι αυγές κι οι Απρίληδες
μεσ' τη ζωή την άδεια
χάνονται αλαλάζοντας
στα ταρταροσκοτάδια

[...]

Ο ποιητής της γαλήνης και των θλιμμένων δειλινών ο αξέχαστος Λάμπρος Πορφύρας, περιδιαβάζοντας τις λιγοστές πρασινάδες της αγαπημένης του Φρεαττύδας μονολογεί τους παληούς ερωτικούς στίχους που έγραψε στο ίδιο εκείνο ακρογιάλι όταν κάποια απριλιάτικη ημέρα ήτανε συντροφευμένος με μια όμορφη Πειραιώτισσα.

Για την ωραία τη στιγμή τη μαγική
που σμίξαμε τα χέρια και τα χείλια
δε το θυμάμαι ήταν Κυριακή
κι' ήταν δύση ροδινή του Απρίλη.

Η πονεμένη Πολυδούρη μέσα από το κρεββάτι του πόνου στη Σωτηρία, με μια προφητική διαίσθηση τραγουδά το γρήγορο χαμό της.

Θα πεθάνω μια αυγούλα μελαγχολική τ' Απρίλη
όταν αντίκρυ θ' ανοίξη μεσ' στη γλάστρα μου δειλά
ένα ρόδο μια ζωούλα. Και θα μου κλειστούν τα χείλη 
και θα μου κλειστούν τα μάτια μονάχα τους σιωπηλά. 

[Το κείμενο μεταφέρθηκε στο μονοτονικό σύστημα, διατηρώντας παράλληλα την ορθογραφία του πρωτότυπου.]



1 σχόλιο:

  1. Καταπληκτικό άρθρο! Το φυλάω στο φάκελο με τιτλο: "εξαιρετικα". Για να το διαβαζω κατά διαστήματα...

    ΑπάντησηΔιαγραφή