Σάββατο 18 Ιουλίου 2020

Η ταβέρνα και οι δειλοί, οι μοιραίοι, οι άβουλοι που προσμένουν ίσως κάποιο θάμα...






Νύχτα φεύγω από το διαμέρισμα της Αναγνωστοπούλου, όπου έμενε ο Ευάγγελος Παπανούτσος, εδώ και εφτά χρόνια, από τον θάνατο της γυναίκας του, ζει μόνος, ανάμεσα στα βιβλία του, στα χαρτιά, στους πίνακες που αγαπάει.

Γράφετε τα βράδια; τον ρωτάω στην πόρτα.

Είναι το μόνο πράγμα που ξέρω να κάνω. Καμιά φορά σκέφτομαι τι ωραίο θα ήταν να ΄χα μάθει να πηγαίνω και σε καμιά ταβέρνα, όπως κι ο Βάρναλης...


[από τη συνέντευξη του Ευάγγελου Παπανούτσου στον Λευτέρη Παπαδόπουλο στην εφημερίδα «Τα Νέα», 28.11.1980, συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο «Ζω από περιέργεια», των εκδόσεων Καστανιώτη]


Ο γραφιάς, ο «διανοούμενος», ο εργάτης των γραμμάτων αποκομμένος από τον «έξω κόσμο» δεν θα μπορέσει ποτέ να δει, να αντιληφθεί, να προσφέρει πραγματικά όλα αυτά που μπορεί. Με αφορμή το «παράπονό» του, ας δούμε, με πόσο καθαρό βλέμμα είδε την πραγματική ζωή ένας από τους μεγαλύτερους «γραφιάδες» του τόπου μας. Υπηρετώντας  κάθε είδους γραπτό λόγο, υπηρέτησε τον απλό άνθρωπο. Γι΄ αυτό και το προσωνύμιό του, «ποιητής της εργατιάς»,  δόνησε τους δρόμους της Αθήνας στις 16 Δεκεμβρίου 1974, την ημέρα που χιλιάδες κόσμος τον αποχαιρέτησε.


                               Οι μοιραίοι

Μες στην υπόγεια την ταβέρνα,μες σε καπνούς και σε βρισές(απάνω στρίγκλιζε η λατέρνα)όλ’ η παρέα πίναμ’ εψές·
εψές, σαν όλα τα βραδάκια,να πάνε κάτου τα φαρμάκια.
Σφιγγόταν ένας πλάι στον άλλοκαι κάπου εφτυούσε καταγής.Ω! πόσο βάσανο μεγάλο
το βάσανο είναι της ζωής!Όσο κι ο νους να τυραννιέται,άσπρην ημέρα δε θυμιέται.
Ήλιε και θάλασσα γαλάζακαι βάθος τ’ άσωτ’ ουρανού!
Ω! της αυγής κροκάτη γάζα,γαρούφαλα του δειλινού,λάμπετε, σβήνετε μακριά μας,χωρίς να μπείτε στην καρδιά μας!
Του ενού ο πατέρας χρόνια δέκα
παράλυτος, ίδιο στοιχειό·τ’ άλλου κοντόημερ’ η γυναίκαστο σπίτι λιώνει από χτικιό·στο Παλαμήδι ο γιος του Μάζηκι η κόρη του Γιαβή στο Γκάζι.

—Φταίει το ζαβό το ριζικό μας!—Φταίει ο Θεός που μας μισεί!—Φταίει το κεφάλι το κακό μας!—Φταίει πρώτ’ απ’ όλα το κρασί!Ποιός φταίει; ποιός φταίει; Κανένα στόμα
δεν το ’βρε και δεν το ’πε ακόμα.
Έτσι στη σκότεινη ταβέρναπίνουμε πάντα μας σκυφτοί.Σαν τα σκουλήκια, κάθε φτέρναόπου μας έβρει μας πατεί.
Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα,προσμένουμε, ίσως, κάποιο θάμα!


Εδώ, η υπέροχη μελοποίηση μέρους του ποιήματος, που δυστυχώς δεν μπορεί να αποδοθεί όλο το νόημά του.

https://www.youtube.com/watch?v=xGNUNqYSvRw


Εδώ, η απαγγελία του ποιήματος από τον Κώστα Βάρναλη

https://www.youtube.com/watch?v=1KPT7q0s6Vw


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου