Παρασκευή 1 Μαΐου 2020

Οι διακόσιοι της Πρωτομαγιάς




Διακόσια πέσανε κορμιά σα θερισμένα στάχυα,
στα βόλια αγριοπερίστερα, σα κεφαλάδες γύρω
κι' αγριόπαπιες, σπαράζοντας στ' ακρογιαλιού τα βράχια, 
σα λούλουδα που κόβουνε κι όλο σκορπίζουν μύρο.

Κι' ο Μάης λες θυσιάσθηκε στη λεφτεριά σαν κρίνος,
οι παπαρούνες γίνανε στη γης αιματοστάλες,
Τρανή η θυσία των ανθών και το τραγούδι θρήνος
βούιζε των χελιδονιών και στ' ουρανού τις σκάλες.

Γαλάζια ουράνια μάτωσαν αντανακλώντας το αίμα,
ήλιοι τα χρυσολούλουδα κι η γης πως εφωτίστη,
πόσο αίμα, πόσος ουρανός κι ο ήλιος φωτάει το ψέμμα
με πόσο αίμα που λάλησε το χώμα αυτό εποτίσθη.

Κι ο Μάης πρώτη του φορά πούνιωσε τέτιον πόνο,
πρώτη φορά που χύθηκε τόσο αίμα και με κείνο 
τόσο τ' άνθια αδερφώθηκαν, τόσο έμοιασαν στον τόνο,
που τόσος ήλιος κι ουρανός σμίξανε με το θρήνο.

Μοίρα η θυσία τους ανθός και θερισμένο στάχυ
μπρος στο βωμό της λευτεριάς πλέξαν γι΄αυτούς στεφάνι
οι παπαρούνες φλόγινο, τα στάχυα αχτίδες νάχει
ήλιο τα λούλουδα ουρανό, σημαία να μην πεθάνει.

Σε ηχώ η ψυχή τους στοίχειωσε, βουή φτερών οι σφαίρες,
στοίχειωσε το αίμα τους στη γης, πότισε το λουλούδι
του Μάη, το στεφάνι του δικό τους στους αιθέρες,
κι η δόξα του μνημόσυνο, χελιδονιών τραγούδι.


Κάρολος Ρου [περιοδικό "Φιλολογική Πρωτομαγιά", 1959]








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου